φόρετρον

φόρετρον
και φόρεθρον και φόλετρον και φόλλετρον, τὸ, Α
αμοιβή που δίνεται για μεταφορά φορτίων, κόμιστρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. φορ- τής ετεροιωμένης βαθμίδας τού ρ. φέρω + επίθημα -ε-τρον (πρβλ. θέρ-ε-τρον). Ο τ. φόρεθρον με επίθημα -θρον*, ενώ οι τ. φόλετρον, φόλλε-τρον με ανομοίωση τού -ρ- σε -λ-].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ALABASTRUM proprie idem est — quod φορεῖον vel φόρετρον, vas vel instrumentum alicui rei gerendae aptum, Attice ἀλάβαςτρον, pro ἀνάβαςτρον. Unde et ἀλάβαςτρο??? perticae vel fustes gerendis oneribus accommodae; et ἀλάβαςτρο : vasa quoque unguentaria et inde lapis Alabastrites …   Hofmann J. Lexicon universale

  • φέρω — ΝΜΑ, και φέρνω Ν, και δωρ. τ. φάρω Α 1. κρατώ ή σηκώνω κάτι πάνω μου, βαστάζω (α. «φέρει έναν βαρύ σάκο στους ώμους του» β. «φέρων άξονας» γ. «χερσὶν εὐθὺς διψίαν φέρει κόνιν», Σοφ. δ. «μέγα ἔργον, ὅ οὐ δύο γ ἄνδρε φέροιεν», Ομ. Ιλ.) 2. έχω (α.… …   Dictionary of Greek

  • φορετρίζω — και φολετρίζω Α [φόρετρον] 1. φορτώνω τα φορτία στα ζώα 2. μεταφέρω …   Dictionary of Greek

  • φόλετρον — τὸ, Α βλ. φόρετρον …   Dictionary of Greek

  • φόλλετρον — τὸ, Α βλ. φόρετρον …   Dictionary of Greek

  • φόρεθρον — τὸ, Α βλ. φόρετρον …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”